Αποχώρηση 48 από την ΔΕΑ
Εν όψει της συγγραφής άρθρου συντρόφου με τον απολογισμό της συμμετοχής του στη πολιτική οργάνωση Κόκκινο και στην ενοποιημένη ΔΕΑ, αναδημοσιεύουμε από το indymedia το κείμενο των 48 μελών που αποχώρησαν από τη ΔΕΑ το 2004 και έφτιαξαν το Κόκκινο. Η επιλογή είναι αναγκαία τόσο για την κατανόηση του αναμενόμενου απολογισμού τόσο και υλικό για σκέψη πάνω σε οργανωτικά θέματα των σημερινών εν λειτουργία οργανώσεων
Το τελευταίο 6μηνο
η ΔΕΑ έχει μπει σε βαθιά κρίση. Καρδιά
του προβλήματος είναι η αδυναμία της
πλειοψηφίας της ΚΕ να αντιμετωπίσει
μια αντικειμενική κατάσταση, την ύπαρξη
διαφορετικών απόψεων, την ουσιαστική
ύπαρξη τάσεων στο εσωτερικό της οργάνωσης.
Τα σημάδια της κρίσης είχαν αρχίσει να
φαίνονται πολύ καιρό πιο πριν, αλλά τους
τελευταίους μήνες η επιλογή μιας
κατασταλτικής αντιμετώπισης από την
πλευρά της πλειοψηφίας της ΚΕ έχουν
οδηγήσει ήδη την οργάνωση σε ντε φάκτο
διάσπαση και σε διαλυτική αδράνεια. Η
δυνατότητα της καθοδήγησης, της υλοποίησης
πολιτικών επιλογών έχει ελαχιστοποιηθεί,
καθώς μέρα με την μέρα η επιλογή της
όξυνσης των σχέσεων κύρια μεταξύ της
πλειοψηφίας της ΚΕ και της μεγαλύτερης
εκ των υπολοίπων τάσεων έχει οδηγήσει
στην πλήρη πολιτική και ψυχολογική
αποξένωση των συντροφισσών και συντρόφων.
Η συνέχιση αυτής της νοσηρής κατάστασης
έχει δυστυχώς, κατ΄επιλογή της ηγετικής
ομάδας, σαν μοναδικό ορίζοντα ένα αγώνα
όπου «ο νικητής τα παίρνει όλα».
Επιβεβαίωση αυτής προοπτικής είναι η
πρόταση για το καταστατικό της οργάνωσης,
το οποίο προτείνει την θεσμοθέτηση της
αντίληψης ότι η δημοκρατία ενοείται ως
προνόμιο και επιβεβαίωση της ισχύος
της πλειοψηφίας.
Προκειμένου λοιπόν να λυθεί αυτή η νοσηρή κατάσταση και να δωθεί η δυνατότητα στο κάθε μέρος να επιχειρήσει την επιβεβαίωση των πολιτικών εκτιμήσεων και επιλογών του στο κίνημα, παίρνουμε την ευθύνη να διευκολύνουμε την οργάνωση, την ηγετική ομάδα που αδυνατεί να δώσει λύσει στα πλαίσια μίας ενιαίας οργάνωσης, και τον εαυτό μας, και αποχωρούμε.
Δηλώνουμε ξεκάθαρα και σε όλους τους τόνους ότι δεν ενδιαφερόμαστε να ακολουθήσουμε μια στάση αντιπαράθεσης και προσπαθειών αποκλεισμού «επί της αρχής» με τις σ/σες και τους σ/φους της ΔΕΑ. Παρά την δυσάρεστη εξέλιξη τους αντιλαμβανόμαστε ως συντρόφους και ελπίζουμε να δωθούν οι δυνατότητες για κοινή δράση και συνεργασίες στα πλαίσια της ανασυνθετικής διαδικασίας και των μετώπων.
Τα σημεία των διαφωνιών.
Τα ζητήματα που αποτέλεσαν σημεία τριβής και αντιπαραθέσεων είναι τριών ειδών: πολιτικές επιλογές, μοντέλο οικοδόμησης και λειτουργίας, και ζητήματα ηθικής τάξεως.
Η μεγάλη πλειοψηφία των σ/σων και σ/φων γνωρίζουν πια καλά τις διαφορές μετά από την ανταλλαγή κειμένων και την διεξαγωγή δύο ολομελειών της οργάνωσης όπου το κάθε μέρος εξέφρασε αναλυτικά τις απόψεις του. Έτσι λοιπόν ανακεφαλαιώνουμε εδώ, συνοπτικά, τα σημεία της διαφωνίας.
Πολιτικά ζητήματα.
1. Τα τελευταία χρόνια ζούμε γεγονότα που συνταράσσουν και προβληματίζουν τον κόσμο και την Αριστερά σε όλο τον πλανήτη. Έχει ανοίξει διεθνώς η συζήτηση στην Αριστερά και ιδιαίτερα στην επαναστατική Αριστερά που περιγράφεται γενικά σαν «δυνατότητες, όροι και προϋποθέσεις για την Ανασύνθεση της Αριστεράς». Οι προσεγγίσεις πάνω στην αναζήτηση μιας τέτοιας δυνατότητας δεν είναι καινούργιες, όμως η συζήτηση έχει ανοίξει πάλι τα τελευταία χρόνια, μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο πλαίσιο που χαρακτηρίζεται από τα εξής σημεία: α) κρίση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και όξυνση της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας και ανταγωνισμών, β) έναρξη νέου ανοδικού κύκλου του κινήματος, με έναρξη τον απεργιακό γαλλικό Δεκέμβρη του ΄95 και κυρίως την εμφάνιση του διεθνούς αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος από το Σιατλ το 1999 και έκτοτε, καθώς και την ανάπτυξη διεθνούς αντιπολεμικού κινήματος με σημείο αναφοράς την 15 Φλεβάρη του 2003, και γ) την βαθιά κρίση της σοσιαλδημοκρατίας που έχει μετατραπεί σε μεταρυθμιστή που δεν μπορεί να κάνει μεταρυθμίσεις, και την ανάλογη κρίση των μικρότερων ρεφορμιστικών κομμάτων της Αριστεράς.
Η ΔΕΑ είναι γέννημα - θρέμμα αυτής της περιόδου. Παρόλαυτά ποτέ δεν συζήτησε συγκροτημένα και σε βάθος τα ζητήματα που βάζει η προβληματική της Ανασύνθεσης. Υπήρχε μια έντονη άρνηση σε οποιαδήποτε τέτοια συζήτηση, που προερχόταν από την ηγετική ομάδα. Η συζήτηση αυτή άνοιξε πολύ όψιμα με στρεβλό και αρρωστημένο τρόπο μέσα σε συνθήκες πολεμικών αντιπαραθέσεων στο εσωτερικό της. Δεν είναι παράξενο που πολλές σ/σες και σ/φοι άκουσαν για πρώτη φορά σχετικά επιχειρήματα στην πρώτη από τις δύο ολομέλειες, που έγινε μόλις πριν δύο μήνες.
Παρόλαυτά η ίδια η οργάνωση βάδισε σε μια πορεία που είναι γνωστή σε όλους: συμμετείχε στην Ελληνική Επιτροπή για την Διεθνή Διαδήλωση της Γένοβας, στην Διεθνή Δράση, στον Χώρο Διαλόγου, στο Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ, στον ΣυΡιζΑ. Η αναντιστοιχία των πολιτικών επιλογών της ηγεσίας, με μια διαδικασία συζήτησης και κατανόησης από τα μέλη της οργάνωσης των όρων της ανασυνθετικής διαδικασίας δημιούργησε το υπόβαθρο για μια αντιπαραθετική και στην πορεία εκρηκτική σχέση ανάμεσα στις ομαδοποιήσεις που δημιουργήθηκαν, ακριβώς τοποθετούμενες απένατι στο ζήτημα. Οι προσπάθειες από την δική μας πλευρά να γίνει αυτή η συζήτηση, πρώτα σε επίπεδο Κ.Ε. και ακολούθως μέσα στην οργάνωση αντιμετωπίστηκε σαν λικβιταριστική τακτική και απαντήθηκε με αυταρχισμό και αποκλεισμούς. Το βασικό επιχείρημα από την πλευρά της πλειοψηφίας της ΚΕ ήταν και είναι πώς οποιαδήποτε συζήτηση εισάγει ζητήματα μεταβατικότητας της οργάνωσης και επηρεάζει την οργανωτική της, κυρίως, διακριτότητα είναι διαλυτική. Ο οποιοσδήποτε έχει παρακολουθήσει στοιχειωδώς την συζήτηση και την προβληματική σχετικά με την Ανασύνθεση της Αριστεράς, αντιλαμβάνεται εύκολα πως η παραπάνω στάση απέναντι στο ζήτημα ισούται με επιλογή απαγορευτική για οποιαδήποτε σοβαρή προσέγγιση στο ζήτημα, καθώς και μια σειρά συνέπειες που συγκλίνουν σε μια λογική που παράγει, εν τέλει, σεχταριστικά ανακλαστικά.
2. Όταν πια τέθηκε, από την ίδια την εξέλιξη την ανασυνθετικής διαδικασίας στην Ελλάδα, το ζήτημα των εκλογών και η ανάγκη γεναίων αποφάσεων στο πεδίο της πολιτικής ενότητας, τότε τα προβλήματα πήραν την πραγματική τους διάσταση. Μία μέρα πριν την ολομέλεια του περασμένου Δεκέμβρη όπου η οργάνωση έπρεπε να αποφασίσει την συμμετοχή της στο ΣυΡιζΑ, η εισήγηση στην ΚΕ ήταν αρνητική. Από την δική μας πλευρά ήταν καθαρό πως οι όροι και οι προϋποθέσεις τηρούνταν στο κείμενο της εκλογικής διακήρυξης και εκπλήρωναν το κατώτερο αναγκαίο πλαίσιο που θα μπορούσε να είναι «όπλο» στα χέρια της οργάνωσης, μιας και οι ουσιαστικές προϋποθέσεις ήταν παρούσες στην ίδια την κοινωνική βάση που είχει συμβαδίσει και ωσμωθεί τα προηγούμενα χρόνια μέσα από κινηματικές και πολιτικές διαδικασίες ενότητας, στα πλαίσια του Φόρουμ και των άλλων, πριν απ’αυτό, σχημάτων, και τώρα απαιτούσε την εκλογική του έκφραση. Χρειάστηκε η δική μας παρέμβαση για ν’ αλλάξει την τελευταία ώρα η εισήγηση και να μετατραπεί από «όχι» σε «όχι με παράθυρο» καθώς και η ισχυρή επιχειρηματολογία μας στην ίδια την ολομέλεια για να καταλήξουμε, κυριολεκτικά «με την ψυχή στο στόμα», να πάρουμε θετική απόφαση.
Ότι ο ΣΥΝ είναι ένα πολιτασικό ρεφορμιστικό κόμμα και ως εκ τούτου πάντα υπήρχε και υπάρχει η πιθανότητα δεξιών στροφών δεν είναι καινοφανές συμπέρασμα, είναι διάρρηξη ανοιχτής πόρτας!
3. Κατά την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου καταθέσαμε κείμενο στην ΚΕ που πρότεινε μια διπλή τακτική: απ’ την μιά να χαμηλώσουμε τις οργανωτικές διαχωριστικές με τους συμμάχους δίνοντας βάρος στις πολιτικές διαφορές, και απ’ την άλλη να πάρουμε πρωτοβουλία για την δημιουργία «αντικαπιταλιστικού πόλου» μέσα στο ΣυΡιζΑ με τις πιο αριστερές και ριζοσπαστικές δυνάμεις του «ΡιζΑ» καθώς και του Αρ.Ρεύματος και του Κοκκινοπράσινου Δικτύου. Αυτό εκπορευόταν από την άποψη ότι πιθανές υπαναχωρήσεις από την ηγεσία του ΣΥΝ προς τα δεξιά ή αθετήσεις συμφωνιών, δεν μπορούσαν να αντιμετωπιστούν μόνο από την ΔΕΑ. Θεωρούμε ότι η ιστορία μας δικαίωσε. Η απάντηση της πλειοψηφίας της ΚΕ ήταν να πάρει άμεσα μέτρα και να καθαιρέσει από κάθε δικαίωμα καθοδήγησης και εκπροσώπησης της οργάνωσης τους σ. Π. Κ. και Γ. Σ. που κατέθεσαν το εν λόγω κείμενο, εγκαινιάζοντας μια ανεξήγητη και διαλυτική τακτική εσωκομματικού πολέμου μέσα στην προεκλογική περίοδο. Να θυμίσουμε ότι το εν λόγω κείμενο έχει προταθεί σαν εσωτερικό, μόνο για χρήση στην ΚΕ. Η πολιτική απάντηση της πλειοψηφίας της ΚΕ ήταν ότι οι απόψεις μας φτάνουν στο σημείο του αναθεωρητισμού (ρεβιζιονισμού) και ότι οι διαφορές μας είναι διαφορές μεταξύ ρεφορμισμού και επανάστασης!
4. Με τις ελάχιστες πλέον θεσμικές δυνατότητες οι δύο σ. στα πλαίσια των συζητήσεων στην ΚΕ προτείναμε να γίνουν αποδεκτές οι όποιες ευκαιρίες δόθηκαν έκτοτε για να λυθεί το αδιέξοδο που, με προφανή ευθύνη της ηγεσίας του ΣΥΝ και του προέδρου του συγκεκριμένα, είχε δημιουργηθεί. Μετά την αποχώρηση των Ενεργών Πολιτών και της ΚΕΔΑ προτείναμε ως ελάχιστο ικανό σχήμα το ΣΥΝ, ΑΚΟΑ, ΔΕΑ, Ανεξάρτητοι με την εκτίμηση ότι μια τέτοια επιλογή από την πλευρά μας θα επηρέαζε και τους άλλους συμμάχους που είχαν αποχωρήσει. Την τελευταία ώρα υποστηρίξαμε να αξιοποιηθεί η προσπάθεια του Αρ.Ρεύματος και Κ/Π Δικτύου που πέτυχαν την γνωστή απόφαση της ΚΠΕ. Η εισήγηση της πλειοψηφίας της ΚΕ ήταν «όχι» το οποίο μετετράπει σε «ναι» με τον όρο να συμμετέχουν όλοι οι υπόλοιποι, Ενεργών Πολιτών και ΚΕΔΑ που είχαν ήδη αποχωρήσει, συμπεριλαμβανομένων!
Σε μια πρωτόγνωρη ανασυνθετική διαδικασία που προχωρά πέρα από την κινηματική ενότητα στην διερεύνηση των ζητημάτων και της πολιτικής ενότητας μεταξύ ρεφορμιστών και επαναστατών, κύριος όρος είναι ασφαλώς η απομάκρυνση των αριστερών ρεφορμιστών από την προοπτική του κυβερνητισμού και της κεντροαροστεράς. Όμως δεν είναι δυνατόν να θεωρούμε ότι αυτό θα γίνει χωρίς την καταλυτική παρέμβαση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς! Που σημαίνει για τις ανάγκες του δικού μας ρόλου σ’ αυτή την διαδικασία, την υπέρβαση συνηθειών ετών που χαρακτηρίζονται, σε τελική ανάλυση, από σεχταριστικά ανακλαστικά.
Οι ευθύνες της ηγεσίας του ΣΥΝ καθώς και η ανεπάρκεια της αριστερής πτέρυγας είναι δεδομένες. Εδώ όμως συζητάμε το δικό μας μέρος. Πρέπει λοιπόν να υπάρξει μια εξήγηση για το τί σημαίνει ότι η πρωτοβουλία της αριστερής πτέρυγας «ήρθε αργά».
5. Σήμερα πλέον υπάρχει διαφορά και στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε την πρόσφατη πρωτοβουλία του Δικτύου και των Ανεξάρτητων. Η θέση της πλειοψηφίας της ΚΕ φαίνεται ξεκάθαρα στο τελευταίο εσωτερικό δελτίο. Εμείς πιστεύουμε ότι κάθε πρωτοβουλία που αναζωπυρώνει την διαδικασία και την συζήτηση για την συνέχεια της διερεύνυσης της πολιτικής ενότητα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς είναι θετική. Οι διαδικασίες «απ’τα πάνω» και «απ’κάτω» δεν είναι ποτέ ξεκομμένες. Στην παρούσα φάση όμως η ενίσχυση της διαδικασίας μπορεί να γίνει με μια ώθηση «απ’τα κάτω» που θα βοηθήσει και τις οργανώσεις να ξεπεράσουν όσο πιο γρήγορα γίνεται το αρνητικό κλίμα που δημιούργησαν οι τελευταίες εξελίξεις με την αποτυχία της συνέχισης του ΣυΡιζΑ στις Ευρωεκλογές. Θεωρούμε ότι η άμεση ανακοίνωση για σύσκεψη της Πρωτοβουλίας για την Συσπείρωση της Αριστεράς είναι ένα πρώτο αποτέλεσμα.
6. Κατά την διάρκεια όλων αυτών των γεγονότων πρόκυψε, όπως όλοι ξέρουμε, το ζήτημα της Κύπρου και του δημοψηφίσματος για το σχέδιο Ανάν. Η στάση υπέρ του «ναι» ή του «όχι» δίχασε την Αριστερά. Και στις δύο απαντήσεις συνωστίζονταν στοιχεία που εκπροσωπούσαν μέσα από διαφορετικά, ασφαλώς, σκεπτικά, και αριστερές, αντιϊμπεριαλιστικές αλλά και διεθνιστικές απόψεις, και απόψεις της άρχουσας τάξης από την πλευρά των ιμπεριαλιστικών σχεδιών και συμμαχιών και εθνικιστικές απόψεις. Δεν θέλουμε σ’ αυτό το σημείο να ανοίξουμε το ζήτημα επί της ουσίας, πώς δηλαδή ικανοποιείται πιο σωστά η θέση του Διεθνισμού και συνάμα Αντιϊμπεριαλισμού. Αυτή είναι μια υποχρέωση που αναλαμβάνουμε έτσι κι αλλιώς μέσα από την παρουσίαση των αναλυτικών θέσεων της πολιτικής ομάδας που συγκροτούμε, στο άμεσο μέλλον. Για τις ανάγκες αυτού του κειμένου θέλουμε να σημειώσουμε την θέση ότι διεθνιστές και αντιϊμπεριαλιστές βρέθηκαν, μέσα από σκεπτικά με διαφορετικές εμφάσεις και στο «ναι» και στο «όχι». Οργάνωση όμως που ένοιωσε την ανάγκη να βροντοφωνάξει πως δεν υπάρχει διεθνιστικό «ναι», τραβώντας μια βαθιά διαχωριστική γραμμή, ιδεολογικού τύπου, ανάμεσα στις διάφορες τάσεις που αναπτύσσονται στο ευρύτερο στρατόπεδο των οργανώσεων που παλεύουν και συνομιλούν για την Ανασύνθεση και την Ενότητα της Αριστεράς, βρέθηκε μόνο μία: η ΔΕΑ.
Εμείς τότε είχαμε προτείνει να μην αναχθεί το θέμα, από την δική μας τουλάχιστον πλευρά, σε κορυφαίο στην ατζέντα της συζήτησης για την πολιτική ενότητα της ριζοσπαστικής αριστεράς.
Ζητήματα μοντέλου ανάπτυξης και λειτουργίας.
Το μοντέλο ανάπτυξης και λειτουργίας της ΔΕΑ έρχεται από μια άλλη εποχή, από την δεκαετία του ’80. Είναι ένα σχέδιο αυτόκεντρης ανάπτυξης, παρά τις παραλλαγές που επιβάλλουν κάθε φορά οι συνθήκες της περιόδου. Είναι άλλο πράγμα να οικοδομείς την οργάνωση αποδυκνείωντας την χρησιμότητά σου στο κίνημα, οικοδομώντας δηλαδή παράλληλα και τις διαδικασίες και τα μέτωπα που το διευκολύνουν στις μάχες του, π.χ. το Φόρουμ, και είναι άλλο πράγμα να θεωρείς τα μέτωπα, το Φόρουμ, τις ενωτικές πρωτοβουλίες και διαδικασίες σαν αποκλειστικής χρησιμότητας εργαλεία για την δική σου ανάπτυξη, εξηγώντας έτσι την χρησιμότητά σου στο κίνημα μέσα απ’ αυτό: την οικοδόμηση της δικιάς σου οργάνωσης.
Αντίστοιχα λοιπόν αναπτύσεται και η λογική οικοδόμησης.
Η προσπάθεια για την δημιουργία της ηγεσίας βασίστηκε στην λογική της διεύρυνσης ενός και μόνο κέντρου. Ένας ή και περισσότεροι σύντροφοι ξεκινούν την διαδικασία αναπαράγοντας τα δικά τους χαρακτηριστικά. Κατ’ αυτόν τον τρόπο γίνεται αντιληπτή η έννοια της ομογενοποίησης. Η ΔΕΑ, δηλαδή το «κέντρο» που αναπαράγει τον εαυτό του που στην περίπτωσή μας είναι η ηγετική ομάδα, δεν αποδέχεται από την αρχή της λειτουργίας της τις φράξιες, παρά μόνο σαν πολύ συγκεκριμένη διαδικασία μικρής χρονικής διάρκειας που λήγει με το τέλος του συνεδρίου, οπότε και καταργούνται. Στην πραγματικότητα ακολουθεί μια συγκεκριμένη ερμηνεία του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού με έμφαση στον συγκεντρωτισμό και πρακτικά με μηδενική ανοχή στις διαφωνίες πέραν της συνεδρίασης της ΚΕ.
Εμείς αντιπαραθέτουμε μια άλλη αντίληψη που σχετίζεται ακριβώς με τα χαρακτηριστικά της περιόδου και την προβληματική της Ανασύνθεσης.
Χρειάζεται μια συλλογική ηγεσία. Αυτό σημαίνει ότι η ηγεσία αποτελείται από ανεξάρτητες πολιτικές προσωπικότητες με απόψεις που μπορούν και συνεργάζονται αλληλοσυμπληρώνοντας ο ένας τον άλλο. Αυτή η ανάγκη προκύπτει αντικειμενικά από την περίοδο. Η διαδικασία ανασύνθεσης βγάζει την επαναστατική οργάνωση από την απομόνωση μιας προηγούμενης 25ετίας και την εμπλέκει σε διαδικασίες πρωτόγνωρες για τα στελέχη του σήμερα. Η αντικειμενικότητα και η βεβαιότητα της «μίας και σοφής» προσέγγισης δεν προκύπτει από πουθενά και είναι κακός σύμβουλος. Η ηγεσία της οργάνωσης αναλύει την πολιτική κατάσταση και βγάζει συμπεράσματα. Καθώς είναι προσανατολισμένη στην ανασυνθετική διαδικασία στηρίζεται αφ’ ενός στις σταθερές θέσεις της επαναστατικής στρατηγικής αλλά ταυτόχρονα συμμετέχει στην διαδικασία με τις δικές της επιλογές και εμπειρίες. Γι’ αυτό πρέπει να μπορεί να συνθέτει τις διαφορετικές απόψεις και προσεγγίσεις. Αναγκαία λοιπόν συνθήκη γι αυτό είναι η νομιμοποίηση της ύπαρξης τάσεων, που μπορούν να προπαγανδίζουν ελεύθερα τις απόψεις τους μέσα σ’ όλη την οργάνωση. Η δέσμευση από τις αποφάσεις της πλειοψηφίας αφορά την έκφραση της γραμμής προς τα έξω.
Ανάλογα προκύπτουν και τα κριτήρια στελεχοποίησης. Τί είδους στελέχη χρειαζόμαστε σήμερα;
Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη το βασικό κριτήριο για την στελεχοποίηση, είναι η δυνατότητα εξασφάλισης της ρουτίνας και άρα το πόσο οργανωτικός είναι κανείς (συνέπεια χρόνου, καλή καταγραφή μελών και επαφών σε καταλόγους κ.λ.π.) και ασφαλώς το κριτήριο της εμπιστοσύνης στην ηγεσία. Το κριτήριο της θεωρητικής, ιδεολογικής συγκρότησης αποτελεί βήτα προτεραιότητα. Το κριτήριο της πολιτικής κατανόησης και δυνατότητας υποτάσεται ή καλύτερα ερμηνεύεται μέσα από την οργανωτικότητα.
Η κεντρική ιδέα σ’ αυτό το μοντέλο είναι ότι τα σημαντικά πολιτικά συμπεράσματα βγαίνουν κατά κανόνα από την ηγεσία, την ΚΕ. Ουσιαστικά θεωρείται επιβεβαίωση της γραμμής η εξασφάλιση της υλοποίησης των καθηκόντων που βάζει η καθοδήγηση.
Αντίστοιχα, το μέλος έχει μια συγκεκριμένη εμπλοκή που είναι βασικά για όλους ίδια. Παρακολούθηση του πυρήνα, πούλημα στην πλατεία, πρωινό εργατικό πούλημα. Ο αριθμός των εφημερίδων που πουλιέται είναι το πιο σημαντικό κριτήριο για την πολιτική αποτελεσματικότητα μαζί με την οικονομική εξόρμηση.
Εμείς και εδώ αντιπαραθέτουμε μια άλλη προσέγγιση. Σήμερα είναι απαραίτητο να υπάρχει πολύ μεγάλη ποικιλία στελεχών. Πρώτα και πάνω απ’ όλα χρειάζεται να οικοδομηθούν τοπικές ηγεσίες με πιο απαιτητικά πολιτικά κριτήρια απ’ αυτά που ισχύουν σήμερα. Δεν αρκεί ο γραμματέας του τ.π. να εξασφαλίζει την «ρουτίνα». Πρέπει η ηγεσία της οργάνωσης να κτίσει μεθοδικά σ. που να μπορούν να ανταπεξέλθουν σε πολλές και διαφορετικού είδους παρεμβάσεις. Οι τ.π. έχουν πλέον να κάνουν όχι μόνο με τα μέλη του τ.π., τις επαφές τους και την παρέμβαση στην πλατεία, αλλά με την τοπική επιτροπή Φόρουμ, την τοπική επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, δημοτικές και άλλες τοπικές κινήσεις (π.χ. οικολογικές) κ.λ.π.
Αναλογικά το ίδιο ισχύει και για όλα τα μέλη. Το παλιό μοντέλο του μέλους που ακολουθούσε ένα συγκεκριμένο – το ίδιο για όλους- πρόγραμμα (πυρήνας, πλατεία, εργατικό) δεν επαρκεί. Χρειάζεται μια ευελιξία που μπορεί να εκμεταλευτεί πια τους συντρόφους στον μαζικό τους χώρο π.χ. στον χώρο δουλιάς, στην σχολή ή στο σχολείο. Έτσι ενθαρύνονται και εξοπλίζονται σ. να γίνουν στελέχη του χώρου τους και να μετατραπούν σε σημείο αναφοράς, σε οργανωτές της δράσης και της συζήτησης για τον κόσμο του περιβάλλοντός τους.
Για να γίνουν αυτά χρειάζονται δυνατές πολιτικές ηγεσίες που κι αυτές με την σειρά τους για να προκύψουν χρειάζεται πολύ μεγαλύτερη δυνατότητα πρωτοβουλιών με παράλληλη ενίσχυση του πολιτικού εξοπλισμού. Μόνο οι σ. της κάθε συγκεκριμένης γειτονιάς και συνοικίας μπορούν να γνωρίζουν με την αναγκαία ακρίβεια αυτά τα χαρακτηριστικά. Είναι αυτοί που μπορούν να αποκτήσουν με την εμπλοκή και την δράση τους τις εμπειρίες από το είδος και την ποιότητα συνεργασιών που αναπτύσονται στην περιοχή. Ταυτόχρονα όμως δεν χάνει καθόλου την σημασία της η δουλιά του «μαζέματος». Αντίθετα γίνεται πολύ πιο απαιτητική. Το πούλημα της εφημερίδας δεν υποτιμάται, ούτε η οικονομική εξόρμηση. Αλλάζει όμως το κριτήριο με το οποίο υποστηρίζεται αυτή η διαδικασία. Το σημαντικό δεν είναι πλέον ο αριθμός των εφημερίδων αυτός καθ’ αυτός, αλλά η ποιότητα. Δεν παύει ο αριθμός να είναι μέτρο επιτυχίας αλλά δεν είναι πια το απόλυτο μέτρο. Αποκτά πλέον σημασία το πού, το πώς, σε ποιόν και με τί κουβέντα.
Μ’ αυτά τα κριτήρια πια πρέπει να αναζητήσουμε τα χαρακτηριστικά των τοπικών στελεχών και την ποιότητα της τοπικής ηγεσίας. Είναι αυτή η ομάδα συντρόφων που προσπαθεί να εξασφαλίσει τα ψηλά νούμερα, τις επαφές της οργάνωσης,
με κριτήρια που έχουν προκύψει από την εμπειρία της μετωπικής δουλιάς.
Ζητήματα ηθικής τάξεως.
Ο τρόπος με τον οποίο η πλειοψηφία της ΚΕ διαχειρίστηκε τους διαφωνούντες δημιουργεί και μια σειρά από ηθικά ζητήματα. Δυστυχώς, πέρα από τις πολιτικές απαντήσεις, που δεν ήταν και ιδιαίτερα πλούσιες, επιλέχτηκε μια θλιβερή μέθοδος, αυτή της προσωπικής απαξίωσης. Χρησιμοποιήθηκαν χαρακτηρισμοί και συκοφαντίες που ξεκινούσαν από την «θεωρία για τις κλίκες», για ομάδες που στήνονται πάνω σε προσωπικές φιλοδοξίες χωρίς πολιτικές απόψεις, και έφταναν μέχρι την απόλυτη λασπολογία, που δυστυχώς χρησιμοποιήθηκε όχι μόνο στο εσωτερικό της οργάνωσης αλλά και προς στελέχη άλλων, συμμαχικών οργανώσεων. Δεν θα αναπαράγουμε ασφαλώς τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες. Είναι γνωστές και στα μέλη της ΔΕΑ, και σε πολλά στελέχη της υπόλοιπης αριστεράς, και ο καθένας απ’όλους τους σ/φους και σ/σες που θα διαβάσει αυτό το κείμενο θα φέρει στο μυαλό του όλα όσα έχει ακούσει. Ανάλογα μπορεί να συγκρίνει την δική μας στάση σ’ αυτό το επίπεδο.
ακολουθούν 48 υπογραφές.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου